Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

Αχιλλεύς Λαζάρου - Αυτοί είναι οι Ελληνόβλαχοι με λίγα λόγια


Ηχηρά ντοκουμέντα για την ελληνική καταγωγή τους, τη δράση τους για την ελληνική εκπαίδευση και παιδεία και την πρωταγωνιστική συμμετοχή τους σε προεπαναστατικές εξεγέρσεις και στην Επανάσταση του 1821.

Του Δημήτρη Στεργίου*

Πριν από μερικές ημέρες επισκέφθηκα το φίλο μου και πολύτιμο συνεργάτη μου σε εφημερίδες και περιοδικά που διηύθυνα Αχιλλέα Λαζάρου. Την ώρα εκείνη διάβαζε μία δέσμη δικών του χειρογράφων. Σημειώνω ότι ο Αχιλλεύς Λαζάρου, 82 ετών σήμερα,  εξακολουθεί να γράφει με το χέρι τα βιβλία του, τις μελέτες του, τις ομιλίες του, με πολύ καθαρά γράμματα και ευανάγνωστες λέξεις και φράσεις, διότι δεν προσχώρησε ποτέ στη νέα τεχνολογία.
Σε σχετική ερώτησή μου, μου απάντησε ότι τελείωσε μια ομιλία που θα κάνει στο πλαίσιο μας εκδήλωσης, την οποία διοργανώνει η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος  στις 12 και 13 Οκτωβρίου 2012, στο Διορθόδοξο Συνεδριακό Κέντρο  στην Ιερά Μονή Πεντέλης με θέμα «Ιστοριογραφία και Πηγές για την ερμηνεία του 1821». Πρόεδρος της Επιστημονικής Επιτροπής του Συνεδρίου αυτού είναι ο ακαδημαϊκός Κωνσταντίνος Σβολόπουλος και μέλος  της ο Αχιλλεύς Λαζάρου.
Άρχισε να διαβάζει την ομιλία αυτή, η οποία συνοδευόταν, κατά τη συνήθη τακτική του, από 70 παραπομπές – σημειώσεις σε βιβλιογραφικές πηγές για τεκμηρίωση των επισημάνσεών του.  Όσο προχωρούσε η ανάγνωση των χειρογράφων τόσο γοητευόμουνα από το περιεχόμενο, τις επισημάνσεις του, τα συμπεράσματά του και τις διαπιστώσεις του. Στο τέλος, τον παρακάλεσα να μου επιτρέψει να ξεχωρίσω μερικά αποσπάσματα για να τα παρουσιάσω με η μορφή σημειώσεων, διότι το κείμενο αυτό μου έδωσε την εντύπωση ότι ήταν  μια σημαντική περίληψη για την καταγωγή, την ιστορία και την προσφορά των Ελληνοβλάχων στους εθνικούς  και όχι μόνο αγώνες. Και καθώς ο χρόνος σήμερα είναι πολύ περιορισμένος για προσφυγή σε εγκυκλοπαίδειες, ογκώδη βιβλία και σε απέραντη σχετική βιβλιογραφία, έκρινα ότι μια παρουσίαση βασικών σημείων του κειμένου αυτού του Αχιλλέα Λαζάρου θα ωφελούσε τους φίλους των ομάδων. Από το κείμενο αυτό, το οποίο έχει τίτλο «Πρωταγωνιστική συμμετοχή δίγλωσσων Ελλήνων αποκαλούμενων Βλάχων και αυτοαποκαλούμενων Αρμάνων στην ερμηνεία του 1821», παραθέτω τα ακόλουθα σημεία:

Για την καταγωγή και την αυτοχθονία των Ελληνοβλάχων ως Ελλήνων

Οι Ελληνόβλαχοι αυτοαποκαλούνται Αρμάνοι, όρος παραγόμενος από το πανάρχαιο ελληνικό προθετικό «Α» και Ρωμάνος, μετά συγκοπή του «ω», σύμφωνα με την αποκάλυψη του Ρωσοαμερικανού βυζαντινολόγου A.A. Vasiliev, την οποία αποδέχθηκε ο πανεπιστημιακός  Διονύσιος Ζακυνθηνός, ο οποίος υπήρξε και  μεταπτυχιακός δάσκαλος του Αχιλλέα Λαζάρου. Ο Ζακυνθηνός,  σε γαλλόγλωσσο δημοσίευμα έγραψε: «Οι Έλληνες ονομάζουν τη χώρα τους Αρμανία (Ρωμανία)».
Την ελληνικότητα των Βλάχων – Αρμάνων έχει προ πολλού καταστήσει γνωστή ο Λαρισαίος μέγας διδάσκαλος του Γένους  Κων. Μ. Κούμας (1777 – 1836), διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Βιέννης και αντεπιστέλλον μέλος των Ακαδημιών Βερολίνου και Μονάχου. Στον 12ο τόμο του συγγράμματός του  «Ιστορίαι των ανθρωπίνων πράξεων» (Βιέννη 1832, 521), ο οποίος κυκλοφορείται και αυτοτελώς, επιγραφόμενος «Οι Έλληνες», φανερώνει ότι  οι Βλάχοι είναι «Έλληνες το γένος». Σχεδόν ταυτόχρονα, ο Μετσοβίτης Ν. Τζαρτζούλης, ο οποίος είχε διατελέσει διευθυντής της Αθωνικής Ακαδημίας, των σχολών Μετσόβου, Τυρνάβου, Τρικάλων και επικεφαλής της Ηγεμονικής Ακαδημίας Ιασίου, κατά τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης  Αθ. Καραθανάση, υποστηρίζει την αρχαιοελληνική καταγωγή των Βλάχων. Αλλά, και των δύο προηγείται ο Μαρτίνος Κρούσιος, ο οποίος είπε ότι «οι Βλάχοι είναι Έλληνες».
Κατά την καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Ελευθερία Νικολαϊδου «στον χώρο της ελληνικής επιστημονικής έρευνας τη θέση αυτή που διατύπωσε πρώτος ο Κων. Κούμας … υποστηρίζει σθεναρά κι ο Απ. Βακαλόπουλος … και επαναλαμβάνει με σοβαρά επιχειρήματα ο Λαζάρου… και η Μαρία Νυσταζοπούλου».
Ο Βακαλόπουλος έχει συγγράψει το 1983 και σύντομο μελέτημα, επιγραφόμενο «Ο γλωσσικός εκλατινισμός των κατοίκων της Ηπειρωτικής Ελλάδας», όπου δέχεται τόσο τον Κούμα, όσο και του Ιωάννου Λυδού τις θέσεις για την καταγωγή των Βλάχων από Έλληνες εκλατινισμένους, επικυρωμένες από το διευθυντή του Κέντρου Ελληνικής και Ρωμαϊκής Αρχαιότητας του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών Μιλτ. Β. Χατζόπουλο, M. Dubuisson,  Helley, E. Lozonan, C. Poghirc…
Οι βλάχοι πρωτομνημονεύονται το 976 στη Μακεδονία επί της Εγνατίας οδού από τους Βυζαντινούς χρονογράφους  Ιωάννη Σκυλίτζη και Γεώργιο Κεδρηνό. Την πρώτη παρουσία τους ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Nancy, o Fr. Tailles θέτει στα χρόνια της επίσκεψης του Αποστόλου Παύλου. Πάντως, ο Κεκαυμένος θεωρήθηκε ως η μοναδική πηγή στην οποία γίνεται λόγος για κάθοδο Βλάχων από βορρά, αλλά χαρακτηρισμένη από μεν τον  C. Poghirc  «αρκετά αναληθή», από δε τον P. Nasturel  «αληθινά σκοτεινή». Αποδείχθηκε δε παντελώς πλαστή. Διότι,  η επίμαχη πληροφορία προέρχεται από χωρίο εμβόλιμο, το οποίο από τον 19ο αιώνα επισημαίνουν οι W.  Tomaschek, M. Gyoni, P. Lemerle, G. Cankova – Petkova,  δηλώνοντας  και την πατρότητά του «Ρωμαϊκή Ιστορία του Δίωνος Κασσίου» (155 – 235 μ.Χ.), όπου η κάθοδος αφορά στους  Κοστοβώκους.  Όλα δε αυτά, συμβαίνουν, ενώ Ρουμάνος ακαδημαϊκός, ο Al.  Philippide,  έχει τεκμηριώσει άνοδο χρήστων (σημείωση: αυτή είναι η ορθή γραφή της λέξης και όχι «χρηστών»!) λατινικής γλώσσας  αντί καθόδου, παραδεκτή από τους συγχρόνους  μας Ρουμάνους και άλλων χωρών ειδικούς επιστήμονες, ρωμανιστές.  Το ισχυρότερο, άλλωστε, επιχείρημα της μη άλλοθεν προέλευσης των Ελλαδιτών Βλάχων έχει προσκομίσει ο ίδιος ο Κεκαυμένος, ο οποίος δεν τους θεωρεί ξένους, αλλά εντοπίους, διακρίνοντάς τους  σε αστούς, γαιοκτήμονες, κτηνοτρόφους.
Έναν αιώνα μετά την πρώτη μνεία, η Άννα Κομνηνή, 1083, δίνει πληροφορία κατά την οποία «…και οπόσοι τον νομάδα βίον είλοντο (Βλάχους τούτους ή κοινή καλείν οίδε διάλεκτος) …».
Από τους μετέπεια Βυζαντινούς χρονογράφους, ο Νικήτας Χωνιάτης (τέλος 12ου αιώνος και αρχές 13ου αιώνος) τα μετέωρα, δηλαδή τα ορεινά της Θεσσαλίας ονομάζει Μεγάλη Βλαχία, ο δε μεταγενέστερός του  ομότεχνος και αξιωματούχος του Βυζαντίου Γεώργιος Παχυμέρης (1240 – 1310) γνωστοποιεί ότι οι αρχαίοι Θεσσαλοί, των οποίων βασιλιάς ήταν ο ομηρικός Αχιλλεύς, αποκαλούνται πλέον Μεγαλοβλαχίται. Σημειώνεται δε ότι οι Βλάχοι δεν διαφοροποιούνται ούτε φυλετικώς ούτε θρησκευτικώς από τους μονογλώσσους συνέλληνες. Ομολογουμένως, απέβησαν παράγοντες πραγμάτωσης της εθνικής – ελληνικής αναγέννησης. Αρχικά, υποστηρίζουν τον σεβαστοκράτορα Ιωάννη, γόνο του δεσπότη της Ηπείρου Μιχαήλ Β΄, πολέμιο του παπισμού και υπέρμαχο της Ορθοδοξίας.

Πρωταγωνιστική συμμετοχή των Ελληνοβλάχων σε εξεγέρσεις 
μετά την άλωση της Πόλης

Μόλις οι Οθωμανοί – προ της αλώσεως της Κωνσταντινούπολης – επιχειρούν βαθμιαία να καθυποτάξουν τους βαλκανικούς λαούς, οι Βλάχοι σε συνεννόηση με τον δεσπότη του Μυστρά Κωνσταντίνο Παλαιολόγο, προβάλλουν σθεναρή αντίσταση. Όταν δε η Πόλη έπεσε, το θλιβερό άγγελμα έφθασε και στα ορεινότερα βλαχοχώρια, όπου ο πόνος πλάσθηκε σε τραγούδι – μοιρολόγι ελληνόγλωσσο, όπως στη Σαμαρίνα Γρεβενών. Προ πάντων, συμμετέχουν ενεργότατα στα προεπαναστατικά κινήματα, που συνιστούν τα απτότερα τεκμήρια της ελληνικής συνείδησης.
Πράγματι, απαρτίζουν τρισένδοξς κλεφταρματολικές οικογένειες Ζηδραίων, Ζιακαίων, Λαζαίων, Μπλαχαβαίων, στις οποίες αναδεικύονται και νεομάρτυρες, όπως ο Άγιος Δημήτριος Σαμαρίνας και άλλοι. Δεν  αδρανούν δε διόλου  και οι απόδημοι.. Περίλαμπρο και περίδοξο προεπαναστατικό κίνημα εκδηλώθηκε εντεύθεν και εκείθεν του Δουνάβεως, με αρχηγό τον καταγόμενο από τις Νεγάδες Ηπείρου, του Οποίου το όνομα καταχωρίσθηκε στις δέλτους  της ιστορίας ως Μιχαήλ  ο Γενναίος. Διότι,  έχει κατανικήσει τους Τούρκους, αφού επί πολύ  είχε βολιδοσκοπήσει σχέσεις και συνεργασίες με τον κλάδο της Σικελίας, συνάμα δε με προσωπικότητες του ακραιφνούς Ελληνισμού, μητροπολίτη Τυρνάβου  Διονύσιο Ράλλη – Παλαιολόγο, Λαρίσης, Τρίκης και Σταγών Διονύσιο τον Φιλόσοφο ή και λαϊκούς, στους οποίους φέρονται να συγκαταλέγονται Κυκλαδίτες, Κρητικοί, ακόμη δε  και απόμακροι Ισπανοί!
Εντελώς απαρατήρητο έχει περάσει στην Ελλάδα σύγγραμμα επιγραφόμενο “Pro Republica Christiana» (1593 – 1606), αν και συγγραφέας είναι ο καθηγητής του Πανεπιστημίου  Σάλτσμπουργκ Alex. Randa, ο οποίος ιστορεί τις επιδιώξεις και τους αγώνες του Μιχαήλ του Γενναίου. Στον απόηχο του προεπαναστατικού αυτού κινήματος αναφέρονται σύγχρονοί του και μεταγενέστεροι ομογενείς του Σταυρινός, Ματθαίος ο Μυρέων, Παλαμήδης, Πετρίτσης, Διακούσης, Σπόντης … Επίσης, η εποποιία το Μιχαήλ  του Γενναίου υμνήθηκε και από άλλους λαούς σε δημοτικά τραγούδια.

Πρωτοπόροι στην ελληνική εκπαίδευση και ελληνική παιδεία

Ελληνική συνείδηση των Βλάχων δείχνει το γεγονός ότι πρωτοπορούν στην ελληνική εκπαίδευση και παιδεία. Ο πρόξενος της Γαλλίας  στην αυλή του Αλή πασά  F.H.L. Pouqueville κατά την επίσκεψή του  στα τότε εντελώς απρόσιτα βλαχοχώρια Συρράκο και Καλαρρύτες διαπιστώνει την ύπαρξη βιβλοθηκών με πρώτες εκδόσεις αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Ανάλογα εκφράζονται οι διδάσκαλοι του Γένους Νεόφυτος Δούκας, Αθανάσιος Ψαλίδας ή ερευνητές και ειδικοί επιστήμονες Μιχ. Χρυσοχόος, Κ. Νικολαϊδης, Σπ. Λάμπρος. Στη δε ξενιτειά οι επιδόσεις των Βλάχων εντυπωσιάζουν. Τα πρωτεία κατέχει ο  Ι. Κωττούνιος, ακολουθύμενος από τους Ν. Σπαθάρη – Milescu,  Β. Λούπε, Κ. Χατζή – Τζεχάνη, Αμβρόσιο Πάμπερι, Δημήτριο Προκοπίου – Πάμπερι, Δανιήλ Μοσχοπολίτη, Θεοδ. Καββαλιώτη, Ν. Τζαρτζούλη, Δημ. Δάρβαρι και άλλους. Πειστικές μαρτυρίες επίσης δίνουν πανεπιστημιακοί γειτονικών χωρών, όπως  ο  D. Popovic, κατά τον οποίο οι Βλάχοι αισθάνονται Έλληνες και είναι πράγματι οι φορείς της γλώσσας, του τρόπου ζωής, του πνεύματος των Ελλήνων, στον δυτικό κόσμο και στις (γιουγκοσλαβικές) χώρες. Ο Vl. Skaric τονίζει ότι χάρη στις ελληνοβολαχικές παροικίες, οι οποίες ιδρύθηκαν σε όλες τις βαλκανικές χώρες, η ελληνική γλώσσα είχε μεγάλη αξία και η γνώση της θεωρήθηκε απαραίτητη σε κάθε πολιτισμένο άνθρωπο. Κατά τον Κροάτη ακαδημαϊκό  Petar Skok, οι Βλάχοι ανέκαθεν  διακρίθηκαν  για τον ενθουσιασμό τους υπέρ της ελληνικής γλώσσας και του ελληνικού πολιτισμού. Συνεπώς, δικαιολογημένα οι Έλληνες θεωρούνται και από τους λαούς μεταξύ των οποίων οι Βλάχοι ζουν στην ξενιτειά, ακόμη και από τον ρουμανικό λαό, για τον οποίο Κουτσόβαχος σημαίνει Έλληνας.
Προσφυέστατα προ μισού αιώνα ο ακαδημαϊκός Κεραμόπουλος αποκαλύπτει: «Ούτω οι λατινόγλωσσοι της Ελλάδος όχι μόνον το εθνικόν αίσθημα διετήρησαν, αλλά και την γοητείαν του ελληνικού γλωσσικού οργάνου  ησθάνοντο και ήθελον και εφρόντιζον να ανακτήσουν αυτό ως αισθητόν και έντονον εθνικόν γνώρισμα, ιδρύοντες ελληνικά σχολεία…» Στην ίδρυση σχολείων και βιβλιοθηκών βλαχοχωριών αρωγοί έρχονται οι απόδημοι Βλάχοι. Η επιτυχία του ηγουμένου της Ολυμπιώτισσας Ανθίμου, ο οποίος οραματίσθηκε Ελληνική Σχολή στη γενέτειρά του Λιβάδι Ολύμπου, διαφωτίζει πληρέστατα. Τα αναγκαία ποσά συγκεντρώνονται από ξενιτεμένους Βλάχους. Αλλά στον πίνακα δωρητών γράφονται όλα τα στοιχεία και το ακριβές ποσόν, όλα καθαρά, όπως είχε δράσει για το εθνικό έργο ο Ρήγας Βελεστινλής. Αυτό συνάγεται σαφέστατα από αφιέρωση βιβλίου του στον Στέργιο Χατζηκώστα, Ολυμπιώτη, στην οποία διδάσκει: «Δεν είναι καμία εις τούτο απορία ότι ένας καθαρός απόγονος των Ελλήνων, ένας όπου διετήρησεν αμίαντα  τρόπον τινά εις την περιοχήν του Ολύμπου τα πατρώα ήθη, να μη νομίζη πρώτην και τελευταίαν ευδαιμονίαν του την ευεξίαν του Έθνους του …».
Βλάχους αποκαλεί ο Ρήγας μόνο τους πέρα του Δουνάβεως, ενώ τους ελλαδικούς και τους αποδήμους  τους, στους οποίους και συγκαταλέγεται, δεν διαχωρίζει από τους Έλληνες. Μαζί τους συνεργάζεται στενότατα σε  διαπροσωπικά ζητήματα, προ πάντων δε στο πανεθνικό όραμα αναγέννησης της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ως Δημοκρατίας. Αλλά, ο Ρήγας έφυγε νωρίς «κακή τύχη», όπως αναφώνησε σε λόγο επιμνημόσυνο ο Σπυρίδων Τρικούπης, πράγματι δε παραδομένος στους Τούρκους από τους Αυστριακούς επιλήσμονες της σωτηρίας τους κατά το 1683 από ομογενή του Ρήγα!

Συμμετοχή Ελληνοβλάχων σε εξεγέρσεις γειτονικών λαών

Οι Βλάχοι δεν αποθαρρύνονται. Οι αγώνες για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού δεν τερματίζονται. Προπονούνται και στις εξεγέρσεις γειτονικών λαών. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Μιχαήλ Λάσκαρι, «στη διάρκεια των ετών, κατά τα οποία οι Σέρβοι αγωνίσθηκαν για την ανεξαρτησία τους, ένας αρκετά σημαντικός αριθμός Ελλήνων είχαν προσπαθήσει να τους βοηθήσουν και εμπλέχθηκαν στους πολέμους τους. Υπό τις διαταγές του Καραγεώργη συναντώνται  ο Κόνδας, καταγόμενος από την Ήπειρο, ο οποίος έγινε αισθητός κατά την άλωση του Βελιγραδίου (1806), ο Τσιντσάρος Μάρκο – Πόποβιτς, καταγόμενος από την Αχρίδα και ο Γεώργιος Ζάγκλας,  γεννημένος στη Βλάστη, στη Μακεδονία. Ο Γεώργιος Ολύμπιος, ο ήρωας του Σέκου, γνωστός στους Σέρβους με το όνομα του καπετάν Γιόργκατς, προσήλθε από τη Βλαχία επικεφαλής ενός στρατιωτικού αποσπάσματος Ρουμάνων και Ελλήνων για να πολεμήσουν στο πλευρό των επαναστατημένων».
Όταν ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία, η συμμετοχή των Βλάχων εκπλήσσει ποιοτικά και ποσοτικά. Σημειώνεται ότι το δίδυμο των Βλαχοχωριών Καλαρρύτες – Συρράκο τιμήθηκε με 16 φιλικούς. Βλάχοι φιλικοί διατρέχουν όλη την ελληνική χερσόνησο ως το Ταίναρο, αλλά και τη Μικρασιατική Ελλάδα, όπως την επιγράφουν οι Δ. Φιλιππίδης – Γρ. Κωνσταντάς, συνάμα τα νησιά του Αρχιπελάγους του Αιγαίου έως την Κύπρο, όπου μυείται και ο αρχιεπίσκοπος Κυπριανός!
Στην κατανόηση της πολύδραστης παρουσίας των Βλάχων συμβάλλει η απεικόνισή τους από τον καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας Ευάγγελου Αυδίκου: «Οι Βλάχοι, λοιπόν,  τα βλαχοχώρια και τα βουνά λειτουργούν, στο συμβολικό τους επίπεδο, ως το πεδίο, όπου αναπτύσσεται η αντιστασιακή δράση κατά των Τούρκων. Το βουνό γίνεται η έκφραση  που διαφοροποιεί δύο βασικές ομάδες, τους Τούρκους και τους κατακτημένους. Οι Βλάχοι αποτελούν συστατικό στοιχείο της δεύτερης ομάδας, είτε ως δράστες είτε ως φιλοξενούντες και διευκολύνοντες την αντιστασιακή συμπεριφορά. Τα δημοτικά τραγούδια δίνουν μια σαφή εικόνα για το πού τοποθετούνται οι Βλάχοι. Γι΄ αυτούς η ετερότητα, ο άλλος , είναι οι Τούρκοι. Δεν διαφαίνεται πουθενά ότι διαφοροποιούν τους εαυτούς τους από άλλα χωριά, που δεν είναι βλαχοχώρια…» Συνειδητά δε προσηλωμένοι οι Βλάχοι στην Ορθοδοξία προσεύχονται, όπως «ο απλοϊκός Καλαρρυτινός ζωγράφος (όπου) γράφει το 1808 πάνω στην εικόνα το χαρακτηριστικό δίστιχο:

«Βοήθα, Βλάχα Παναγιά, από τη Σαμαρίνα
να αναστηθεί πάλ΄η Γραικιά όπως τα χρόνια εκείνα».

Συμμετοχή στην Επανάσταση του 1821 με θυσίες και αίμα

Από την πρώτη ημέρα της Εθνικής Επαναστάσεως  του 1821 στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες οι Ελληνόβλαχοι αγωνίζονται ηρωικά, όπως μαρτυρεί το Ολοκαύτωμα  της μονής Σέκου, όπου θυσιάσθηκαν ο Γεωργάκης  Ολύμπιος και οι Ολύμπιοί του, κατά το προσφυέστατο συμπέρασμα του Κυπρίου Γ. Γεωργή. Όσοι δε επέζησαν σε άλλα πεδία μαχών, έσπευσαν, όπως ο εμπειρότατος και ευφυέστατος Μετσοβίτης Αναστάσιος Μανάκης, να συμπαραταχθούν με τους αδελφούς τους της ελληνικής χερσονήσου. Εκ μυχίων της ψυχής του ιστορεί την προσωπική του συμβολή ο Βορειοηπειρώτης Βλάχος Ευαγγέλης Ζάππας, του οποίου ο εθνισμός απεικονίζεται και στα παρατιθέμενα αποσπάσματα: «Από το 1821 μέχρι το 1830 εδούλευα πιστότατα την πατρίδα μου στρατιωτικώς. Πάντα υπό την οδηγία του  μακαρίτου Μάρκου Μπότσαρη σε όλους τους πολέμους του Σουλίου μέχρι τελευταίως της  Σπλάντζας με τον Λάμπρο Βέϊκον και το Βασ. Ζέρβαν. Μετέπειτα απέρασα εις τα Σάλωνα υπό την οδηγίαν του Πανουριά και Ι. Γκούρα. Εις όλους τους πολέμους της Αν. Ελλάδος, Βασιλικών, Θερμοπυλών, Νευρόπολιν, Πατρατζικίου, Αϊτού, Γραβιάν και εσχάτως της Αμπλιανής υπό την οδηγία του αθανάτου καπ. Κίτσου Τζαβέλλα, επικεφαλής όλων των Βλαχοχωρίων του  Σαλώνου με βαθμό ταξιάρχου της ενεργείας και τελευταίως επί κεφαλής των στρατιωτών μου  και των στρατιωτών του Ν. Πανουριά… και διαλύσαν αυτού του πολέμου απέρασα εις Πελοπόννησον, μέχρι της ελεύσεως του Ι. Καποδίστρια… Και μάρτυρας δε τούτου επικαλούμαι αυτούς τους πολλά ολίγους τους εκ του επαναστατικού πολέμου σωθέντας  ήρωας, αθάνατον Κ. Τζαβέλλα, Σπύρο Μίλιον, Ν. Πανουριάν, Γ. Δυοβουβιώτην, Δ. Λιούλιαν, Ι. Ζέρβαν και εν γένει τους υπό την οδηγίαν  τους αξιωματικούς και στρατιώτας, με τους οποίους εσυμπολεμήσαμεν εις αυτάς τα ς μάχας θάπτοντας  συγγενείς και στρατιώτας, βάφοντας πέτρες και την γη με το αίμα μας υπέρ της ελευθερίας της φιλτάτης ημών πατρίδος, και μετά το τέλος όλων αυτών ήλθα εδώ εις Βουκουρέστιον μετερχόμενος το εμπόριον και αενάως βοηθών και συνδράμων τους εδώ πτωχούς και αδυνάτους Έλληνας…». Όμως, παρά την αδιάλειπτη και διακεκριμένη δεκαετή πολεμική δράση, όταν ιδρύθηκε το καχεκτικό και εδαφικά ισχνό ελληνικό κράτος με βόρειο σύνορο το Δομοκό Λαμίας, εξαιτίας της διαμάχης περί Αυτοχθόνων και Ετεροχθόνων, εξαναγκάσθηκε στην οδυνηρή δοκιμασία της πικρής ξενιτειάς, χωρίς διόλου να διακατέχεται από μνησικακία προς την πατρίδα του, την Ελλάδα, την οποία άφησε και κληρονόμο της αμύθητης περιουσίας του.
Περισσότερο απαρατήρητη  έχει περάσει η παρουσία των Βλάχων στην πολιορκία και στην Έξοδο του Μεσολογγίου, αν και ο Πισοδερίτης Βλάχος Νικόλαος Κασομούλης στα «Ενθυμήματα Στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων» (1821 – 1833, Αθήναι 1939), δεν φείδεται σχετικών αναφορών. Κατονομάζει ηγέτες και απλούς πολεμιστές.  Καίρια είναι και η επισήμανση του Σαράντου Καργάκου: «Μέσα στους Ελεύθερους Πολιορκημένους του Μεσολογγίου ήταν και μια ομάδα νεαρών Βλάχων από τη Σαμαρίνα. Έπεσαν στην Έξοδο. Ο λαός τους τιμά με το υπέροχο τραγούδι/ελεγείο: «Παιδιά της Σαμαρίνας». Το ποιοί είναι οι Βλάχοι βγαίνει μέσα από το τραγούδι αυτό γεμάτο ελληνικό καημό. Όποιος θέλει να τιμήσει τους Βλάχους, ας ανάψει ένα κερί και στη μνήμη τους. Βλάχοι είναι εκείνοι που πολέμησαν και μόχθησαν για να μπορούμε εμείς να μιλάμε ελληνικά», τονίζει ο Σαράντος Καργάκος σε άρθρο του στην εφημερίδα «Ελεύθερος Τύπος» (19 Ιουνίου 1998).

*Ο κ. Δημήτρης Στεργίου είναι Δημοσιογράφος από την Παλαιομάνινα Αιτωλοακαρνανίας. Διετέλεσε διευθυντής του «Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής», διευθυντής Σύνταξης του «Οικονομικού Ταχυδρόμου» και της «Απογευματινής» και στέλεχος – αρθρογράφος στις εφημερίδες «Βήμα» και «Νέα».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.